...

...

Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

Φαντασιακό και φιλοσοφία στον Καστοριάδη

Από τον Δήμο Μαρουδή

Ο έλληνας φιλόσοφος στην ευρωπαϊκή σκέψη

Κορνήλιος Καστοριάδης  - Ακυβέρνητη Κοινωνία 
Συνεντεύξεις και συζητήσεις 1974-1997 
επιμέλεια: Enrique Escobar, Pascal Vernay, Myrto Gondicas  μτφρ.: Ζήσης Σαρίκας 
εκδόσεις Ευρασία, σ. 371, ευρώ 24,23

Το βιβλίο συγκεντρώνει συνεντεύξεις και συζητήσεις στις οποίες συμμετείχε από το 1974 ώς το 1997 ο Κορνήλιος Καστοριάδης και αποτελεί μια καλή εισαγωγή στο έργο του έλληνα στοχαστή, για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με το έργο του, αλλά και μια αφορμή για εμβάθυνση στη σκέψη του και για πληρέστερη γνωριμία με το έργο του, για όσους ενδεχομένως το έχουν ήδη προσεγγίσει.
 Ο Κορνήλιος Καστοριάδης υπήρξε ένας από τους τελευταίους στοχαστές που εντάσσονται στη μεγάλη παράδοση της δυτικής σκέψης και συνάμα, ένας φιλόσοφος που το πλούσιο και σφριγηλό έργο του κλείνει με αισιόδοξους τόνους τον 20ό αιώνα. Ψυχαναλυτής, πολιτικός στοχαστής, κοινωνικός επιστήμονας και περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο φιλόσοφος, με την έννοια που αποδίδουμε στον όρο τούτο, σύμφωνα με τη φιλοσοφική παράδοση της δυτικής μεταφυσικής, την οποία λάμπρυναν έξοχοι στοχαστές. Ο Καστοριάδης εμφανίζεται σε μια κομβική στιγμή στην ευρωπαϊκή σκέψη: κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα (η Φαντασιακή θεσμική της κοινωνίας πρωτοεκδίδεται το 1975), σε μια Ευρώπη που προσπαθεί ν' ανασυγκροτήσει τα κομμάτια της ύστερα από δύο Παγκόσμιους Πολέμους και από μια επώδυνη περίοδο Ψυχρού Πολέμου, μια Ευρώπη που στέκεται αμήχανη μπροστά στη ραγδαία γενικευόμενη παγκοσμιοποίηση και σε μια ήδη εκπνέουσα, τελεσίδικα πλέον, νεωτερικότητα. Έχει ειπωθεί πως ο Καστοριάδης επηρεάστηκε από τη χαϊντεκγεριανή φιλοσοφία· δεν θα αποφανθούμε εδώ για το κατά πόσον αυτό ευσταθεί, θα τονίσουμε όμως πως ακόμα και αν η σκέψη του εντάσσεται στην παράδοση του ανορθολογισμού, εν τούτοις, τούτη, συναρπάζει με τη ρώμη των διαφωτιστικών αιτημάτων από τα οποία εμφορείται, αιτήματα για «ριζικό φαντασιακό» και αυτονομία, που τον καθιστούν συνεχιστή της μεγάλης παράδοσης του Διαφωτισμού και της νεωτερικότητας. Ο Καστοριάδης, ξένος απέναντι σε μια παράδοση γερμανικού μυστικισμού, έρχεται να συναντήσει και να κοιτάξει κατάματα την αρχαία ελληνική σκέψη (είτε μιλάμε για την προσωκρατική είτε για την κλασική) και ν' αντλήσει αίμα και ζωντάνια από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό στο σύνολό του - έναν πολιτισμό που θαυμάζει και λατρεύει, τον οποίο και προκρίνει σε σημείο αναφοράς την παγκόσμιας ιστορίας.
Κεντρική έννοια της σκέψης του Καστοριάδη υπήρξε το ριζικό φαντασιακό· μ' αυτό τον όρο ο έλληνας φιλόσοφος αναφέρεται στην ανθρώπινη φαντασία, στην κατεξοχήν δύναμη να φανταζόμαστε -ως ανθρώπινα όντα- τον κόσμο και να τον επινοούμε ατέρμονα, μέσα από την απέραντη ποικιλία των μορφών τις οποίες φανταζόμαστε-επινοούμε, που συνιστούν το «αέναα νέο», την αλλοίωση της πραγματικότητας, την αέναα αναδυόμενη ετερότητα. Ο Καστοριάδης μέμφεται την παραδοσιακή οντολογία ως οντολογία «του πέρατος», της καθοριστικότητας (όρος πλατωνικός αλλά και εγελιανός), μια οντολογία την οποία θεωρεί «ταυτιστική», και που αδυνατεί να σκεφθεί το αέναα έτερο. Κατά τον Καστοριάδη, κάτω από την ταυτιστική λογική καταστέλλεται για χιλιετίες η ανθρώπινη φαντασία, με αποτέλεσμα οι ανθρώπινες δυνατότητες να περιορίζονται. Τη φαντασία ορίζει ο Καστοριάδης ως την κατεξοχήν πηγή της οντογένεσης αλλά και την κατεξοχήν ικανότητα που προσιδιάζει στο ανθρώπινο ον και που θα μπορούσε να παίξει μέσα στην ιστορία των θεσμισμένων κοινωνιών ρόλο λυτρωτικό. Συνδέοντας δε την ταυτιστική λογική με την ύπαρξη, στη Δύση, «ετερόνομων κοινωνιών», δεν θα διστάσει να εστιάσει τόσο στην αρχαία Αθήνα όσο και στη νεωτερικότητα, στις δύο ιστορικές περιόδους στις οποίες, κατά τη γνώμη του, εμφανίζονται, άνθρωποι που μπορούν να αμφισβητούν και ν' αναθεωρούν τους πολιτικούς τους θεσμούς και να διαμορφώνουν έτσι αυτόνομες κοινωνίες. 
Όσο κι αν το ριζικό φαντασιακό, κατά τη γνώμη μας, δεν αρκεί για να απομακρυνθούν από τη σκέψη οι έλλογοι έλεγχοι του νοητού, είτε ως ιστορικοί είτε ως φυσικοί είτε ως αμιγώς οντολογικοί παράμετροι, πάντως η ικανότητα του ανθρώπου να γεννά μορφές με όργανο τη φαντασία του (μια δυνατότητα που δεν αγνοούν φυσικά ούτε οι Αριστοτέλης, Καντ και Χάιντεγκερ) συνιστά έναν ριζικό και ενδεχόμενα ολότελα καινούργιο τρόπο να σκεφθούμε την ετερότητα. Τα καστοριαδικά «μάγματα», από την άλλη πλευρά (με τον όρο μάγμα είναι σαν να μιλάμε για τον χώρο που περικλείει π.χ. όλες τις σημασίες της ελληνικής γλώσσας ή όλες τις παραστάσεις της ζωής ενός ανθρώπου, Φαντασιακή θεσμική της κοινωνίας, σ. 480), αποτελούν προνομιακούς οντολογικούς φαντασιακούς χώρους, στους οποίους έχουμε μια εντελώς νέου τύπου κωδικοποίηση της πραγματικότητας. Μέσα από τα μάγματα υποδεικνύονται όχι μονάχα μη κατονομασμένες και μη ταξινομημένες από τη ratio οντολογικές περιοχές, αλλά ανοιγόμαστε ενδεχομένως σε τελείως παρθένους και ανεξερεύνητους χώρους. 
Από την πλευρά τους, τα μάγματα συνιστούν προνομιακούς χώρους για να περιγραφεί όχι μόνον η λειτουργία της ανθρώπινης φαντασίας, αλλά και για να υποδειχθεί το υπόρρητο, το μη φανερό υπόβαθρο των εννοιών. Κάθε έννοια έχει και ένα εποπτικό, ένα φαντασιακό ισοδύναμο. Καθώς η σχέση της έννοιας με αυτό το ισοδύναμό της είναι άκρως δυναμική, παρατηρείται, σε κομβικές ιστορικές στιγμές, διάρρηξη του πλαισίου των εννοιών κάτω από την ασφυκτική πίεση του παραστασιακού τους υπόβαθρου. Σε τέτοια μεγάλα ιστορικά «γυρίσματα», είναι που διατυπώνονται τα ισχυρότερα έλλογα αιτήματα και εμφανίζονται τα μεγάλα κοινωνικά οράματα. 
Αν τελικά ο Καστοριάδης υπήρξε ένας στοχαστής που έδωσε ένα από τα τελειωτικά χτυπήματα στην αποστεωμένη ratio, αξίζει να επιχειρήσουμε μια αναδρομή στις απαρχές της δυτικής σκέψης - να ξανασκεφτούμε το πλατωνικό εγχείρημα. Όταν ο Πλάτων θεμελιώνει την υπερδισχιλιετή σκέψη στην ιδέα, αναδεικνύεται στον πρώτο φιλόσοφο που επιχειρεί να πειθαρχήσει στο «πέρας» (στην προσδιοριστικότητα), αλλά και να το επιβάλει ως οικουμενικό πρόγραμμα για τις γενιές που θα τον ακολουθήσουν. Εν γνώσει του, ο μεγάλος έλληνας φιλόσοφος επιλέγει να ορίσει, για τον χώρο των εννοιών, τη σιδερένια πειθαρχία που θεωρεί πως είναι απαραίτητη για την πόλη του, που άγεται και φέρεται από την πολιτική των σοφιστών. Η παρουσία στο έργο του διαλόγων, όπως ο Παρμενίδης, ο Σοφιστής ή ο Φίληβος, μας οδηγεί σε μια φαινομενικά αθόρυβη, αλλά κεντρική για τη σκέψη του Πλάτωνα διαπίστωση: ο έλληνας φιλόσοφος είχε διαβλέψει πως η σκέψη ήταν δυνατόν ν' ακολουθήσει άλλη πορεία αν στη θέση του πέρατος προκρινόταν κάποια άλλη κεντρική και απολύτως ρυθμιστική έννοια: η έννοια αυτή, που απόλυτη επίγνωση της σημασίας της είχε ο Πλάτων, είναι η απροσδιοριστία. 
Η απροσδιοριστία του αναξιμάνδρειου «άπειρου», ή της τρίτης υπόθεσης του πλατωνικού Παρμενίδη, έρχεται, στον 20ό αιώνα, να υποδηλώσει μέσα από την Κβαντική Φυσική του Χάιζεμπεργκ εμφαντικά τον ρυθμιστικό της ρόλο για τη σκέψη. Καθώς η απροσδιοριστία κατοικεί θεμελιωδώς στα καστοριαδικά μάγματα ο σύγχρονος Έλληνας φιλόσοφος δεν θα διστάσει να την ανιχνεύσει, κατ' εξοχήν, στη σκέψη των αρχαίων Ελλήνων αλλά και να τη θέσει ως αρχή, στη δική του αντίληψη της αέναης οντογένεσης. 
Δεν θέλουμε να δούμε, στη δυσχερή συγκυρία, όσον αφορά την κατάσταση της φιλοσοφίας στην εποχή μας, ένα ενδεχόμενο τέλος της ή μιαν οριστική της ανάλωση. Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη βρίθει από επισημάνσεις που, αν τις ακολουθήσουμε στις συνέπειές τους, ανοίγουν τον δρόμο για την πρόγευση, ενδεχομένως, ενός νέου οντολογικού νοηματικού χώρου. Αν κάτι τέτοιο αληθεύει, απαιτείται σύνεση όσο και αυτοσυγκράτηση μπροστά σε μια πολλά υποσχόμενη πραγματικότητα, η οποία, ακόμα, μόνον αχνοδιαφαίνεται ως νέα ήπειρος. Για να τη διακρίνουμε διαυγέστερα, ας ξαναδιαβάσουμε το έργο του Καστοριάδη.

Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 26/02/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου