...

...

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Τηλεόραση και εξουσία - Παρακράτος της τηλεόρασης

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ*

Το ότι στη Ελλάδα υπάρχει ένα έλλειμμα δημόσιας λογοδοσίας των θεσμών είναι κοινός τόπος. Αυτό είναι χαρακτηριστικό ενός πολιτικού συστήματος το οποίο στερείται της αυτοπεποίθησης να «δίνει λογαριασμό» για εκείνα που παραλείπει ή για εκείνα που κάνει για λόγους που μπορεί εύκολα κανείς να εντοπίσει στην ιστορία του. Ένα σύστημα που έχει καλλιεργήσει μια πολιτική κουλτούρα στην οποία η λογοδοσία δεν έχει θέση παρά μόνο ως προϊόν του φόβου ποινικού καταναγκασμού.
 Ωστόσο, αυτό που χαρακτηρίζει τη συγκυρία μας και αναδεικνύεται με περίτρανο τρόπο με αφορμή την υπόθεση Ζαχόπουλου, δεν είναι τόσο το έλλειμμα λογοδοσίας καθεαυτό, αλλά το διαστροφικό του αποτέλεσμα, το οποίο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως υποκατάσταση αρμοδιοτήτων λογοδοσίας παρά το Σύνταγμα και το νόμο. Με απλά λόγια, οι επιφορτισμένοι από το Σύνταγμα φορείς να επιτελέσουν ένα θεσμικό ρόλο ουσιαστικά μετακυλίουν αυτή την αρμοδιότητα σε άλλους.
Το αποτέλεσμα είναι το εξής: οι θεσμοί οι οποίοι ουσιαστικά εγκαταλείπουν την αρμοδιότητά τους σε άλλους, εκουσίως ή ακουσίως, καταναλώνουν την υπόστασή τους σε ρόλους που αυτόκλητα αποκτούν για να καλύψουν το προφανές κενό. 
Το ίδιο συμβαίνει με τους φορείς στους οποίους παρά το Σύνταγμα μετακυλίονται ουσιαστικές αρμοδιότητες λογοδοσίας. Αυτοί, με τη σειρά τους, εθίζονται σε μια λειτουργία διαρκούς καθ' υπέρβαση αρμοδιότητας. 
Όταν ένας θεσμός αδυνατεί ή δεν θέλει να επιτελέσει το ρόλο του, το κενό καλύπτει κάποιος άλλος. Το πιο δυσάρεστο είναι πως σημαντικό ποσοστό πολιτών ανέχεται, νομιμοποιεί ή επικροτεί αυτή την υποκατάσταση. 
Αυτό συμβαίνει σήμερα ξεκινώντας από την ίδια την κυβέρνηση, κατ' εξοχήν τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ανεξάρτητες Αρχές, μέχρι τους εκδότες του «Πρώτου Θέματος». Αυτό είναι που ενώνει τις μικρές ή μεγάλες, περισσότερο σημαντικές ή ασήμαντες ιστορίες τους σε μια πλοκή που βλέπουμε να ξετυλίγεται και της οποίας την πολιτειακή κατάληξη δύσκολα μπορεί κανείς να προβλέψει. Θα προσπαθήσω με υπαινικτικά παραδείγματα από την ελληνική έννομη τάξη να τεκμηριώσω την παραπάνω θέση. 
Η κυβέρνηση νομοθετεί καθ' υπόδειξιν του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κατόπιν δικών του γνωμοδοτήσεων. Αυτό συνέβη στην πρόσφατη τροπολογία σχετικά με τις κάμερες στις διαδηλώσεις. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου παρακάμπτει την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, το ΣτΕ, ενώ η εκ των υστέρων ευθυγράμμιση του νομοθέτη με το περιεχόμενο της γνωμοδότησης θέτει έναν κρίσιμο προβληματισμό πολιτειακής φύσης: ναι μεν οι εισαγγελείς και δη αυτός του Α.Π. έχουν αρμοδιότητα να γνωμοδοτούν, ωστόσο ο κατ' εξοχήν ρόλος του δεν είναι καθόλου αυτός. 
Γεννάται, λοιπόν, το ερώτημα: τι είναι ο εισαγγελέας σε μια σύγχρονη δημοκρατία; Μήπως δεν είναι ο εγγυητής της νομιμότητας αλλά ο φωτεινός παντογνώστης, αρμόδιος να αποφαίνεται περί παντός γύρω από το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, το ηθικό και το ανήθικο της πολιτικής κοινότητας κ.ο.κ. Είναι, μήπως, εκείνος που καλείται να χαράξει πορεία στις νομοθετικές επιλογές του Κοινοβουλίου, όπως συνέβη και στην προηγούμενη περίπτωση; Τι είναι ο εισαγγελέας; Ο μουφτής της δημοκρατίας μας που αποφαίνεται για ό,τι θελήσει επειδή το θεωρεί κρίσιμο, ακόμη και όταν το κρίσιμο αυτό θέμα εκκρεμοδικεί; 
Και, αλήθεια, πού ήταν ο εισαγγελέας το Σάββατο 12 Γενάρη το βράδυ όταν το «Πρώτο Θέμα» αναρτάται στα περίπτερα; Γιατί άραγε οι μείζονες περιπτώσεις ποινικού ενδιαφέροντος στην Ελλάδα (υποκλοπές, Πακιστανοί, παραδικαστικό κ.λπ., ομόλογα) βρέθηκαν όλες από τα εισαγγελικά γραφεία στα εισαγγελικά αρχεία; Ρητορική ερώτηση... 
Να, λοιπόν, πώς ξεκινάει το νήμα αυτής της υποκατάστασης θεσμικών αρμοδιοτήτων λογοδοσίας. Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα παρακάμπτεται με τις ευλογίες της κυβέρνησης («καμία Αρχή πάνω από τους νόμους και το Σύνταγμα», δηλώνει ο υπουργός Δικαιοσύνης. Λες και δεν είναι το Σύνταγμα που θεσμικά κατοχυρώνει τις Αρχές) και υποκαθίσταται από τον εισαγγελέα που ο ίδιος ο υπουργός διορίζει. Και ο διορισμένος εισαγγελέας δεν διστάζει να την αποκαλέσει «λεγόμενη» ανεξάρτητη αρχή... 
Μπορεί κανείς να αναφερθεί και σε άλλους κρίκους αυτής της αλυσίδας υποκατάστασης θεσμικών αρμοδιοτήτων λογοδοσίας. Μήπως είναι αδιάφορο το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα η απονομή δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι από τις πιο αργές στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα ο κόσμος να στρέφεται από τα «δικαστήρια» στις «τηλεοράσεις»; Λίγοι είναι οι άνθρωποι αυτής της χώρας που πιστεύουν ότι μόνο προσφεύγοντας στις τελευταίες θα βρουν το δίκιο τους; Ακόμη περισσότερο: συχνά δικαιώνονται. 
Καταλήγω, λοιπόν, υπαινικτικά στην πιο επικίνδυνη υποκατάσταση θεσμικών αρμοδιοτήτων λογοδοσίας για το πολίτευμά μας: το έλλειμμα δημόσιας λογοδοσίας από και προς θεσμούς οδηγεί στην επιφόρτιση αυτού του καθήκοντος σε διάφορους τηλεαστέρες - εκδότες - δημοσιογράφους. 
Εδώ τα πράγματα ξεφεύγουν εντελώς: αυτό που λαμβάνει χώρα σήμερα δεν είναι, απλώς, μια νέα πολιτειακή αναδιανομή εξουσίας, με την συνέργεια κυβέρνησης και τμημάτων της Δικαιοσύνης στο εσωτερικό των δημόσιων θεσμών. Βιώνουμε μια πιο επικίνδυνη μετατροπή: την de facto νομιμοποίηση της παρείσφρησης μιας ιδιωτικής εξουσίας χωρίς αντίβαρα στον σκληρό πυρήνα άσκησης της δημόσιας εξουσίας: στην ίδια την κυριαρχία! Μιας εξουσίας, η οποία την στιγμή που (υποτίθεται πως) ελέγχει τις άλλες μεταλλάσσεται σε μια τερατογένεση αδιαφάνειας, ασυδοσίας, ατιμωρησίας και αυθαιρεσίας. 
Μήπως, όμως, όλα τα προηγούμενα χαρακτηριστικά είναι ιστορικά οικεία στη χώρα αυτή; Δεν είναι ακριβώς γι' αυτά που η ελληνική πολιτειακή ιστορία του 20ού αιώνα έχει εξαιρετικά εύστοχα οικειοποιηθεί τον όρο παρακράτος; 

*Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ είναι πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 03/02/2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου