...

...

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Κόμμα και κράτος - Το κομματικό κράτος διαιωνίζεται

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ*

Όργανο διαιώνισης της ταξικής κυριαρχίας, μηχανισμός ελέγχου, συμπύκνωση των κοινωνικών δυνάμεων ή μέσο πραγμάτωσης του κοινού καλού; 
Η απάντηση στο ερώτημα τι είναι το κράτος προδικάζει και την απάντηση στο ερώτημα τι είναι το κόμμα: 
Είναι έκφραση μιας κοινωνικής τάξης, η συμπύκνωση της λαϊκής βούλησης ή ένα κομμάτι (όπως υποδηλοί και η λέξη κόμμα) της κοινωνίας που αντιστρατεύεται το κοινό καλό;
Κυρίαρχη στις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι η αντίληψη ότι το κόμμα, αν και θεωρητικά αποτελεί στοιχείο διαίρεσης, τείνει να είναι εκφραστής της μιας και ενιαίας βούλησης του κυρίαρχου λαού και το κράτος μέσο επίτευξης του κοινού καλού. Τα δύο δεν μπορεί και δεν πρέπει να θεωρούνται ταυτόσημα, εφόσον η βούληση εκφράζεται περιοδικά και είναι υπό διαρκή αναδιαμόρφωση, ενώ το κράτος εκφράζει το σύνολο του λαού και συγχρόνως τη συνέχεια του έθνους. Για να επιτελέσει αυτόν τον ενοποιητικό ρόλο, το κράτος οφείλει να είναι υπεράνω των κομμάτων και να στελεχώνεται αξιοκρατικά ώστε να υπηρετηθεί αποτελεσματικά ο παραπάνω σκοπός του. 
Οι υπέρμαχοι της προαναφερθείσας αντίληψης δεν αγνοούν ότι το κράτος είναι διαπερατό στις εξουσιαστικές σχέσεις, είτε αυτές εκφράζονται από ισχυρές ομάδες συμφερόντων είτε από οργανωμένους εντός του μηχανισμούς εξουσίας. Ετσι, επινοήθηκαν τρεις μηχανισμοί: αντίρροπες εξουσίες στο εσωτερικό του κράτους (η περίφημη διάκριση των εξουσιών του Μοντεσκιέ), η διαρκής παρέμβαση της «κοινωνίας των πολιτών» και ο αυτοέλεγχος των ατομικών και συλλογικών παθών μέσω αυτού που ο Ν. Ελίας ονόμασε «διαδικασία πολιτισμού». 
Όσο οι κοινωνίες μας γίνονταν πιο πολύπλοκες προστέθηκε μία τέταρτη παράμετρος, του ειδικού, του τεχνοκράτη, ο οποίος θα διαχειρίζεται τα πράγματα με γνώμονα την ειδική γνώση. 
Είναι προφανές ότι αρκετά από τα παραπάνω δεν είναι αυτονόητα. Ενδεικτικά, τι μπορεί να σημαίνει αξιοκρατία σε κοινωνίες με έντονες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές ανισότητες; Ακόμη, όμως, κι έτσι, η σχετική αυτονόμηση του κράτους από τα κόμματα και τις ισχυρές ομάδες συμφερόντων είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία μιας δημοκρατίας. 
Η ισονομία και η αξιοκρατία δεν ανατρέπουν την ανισότητα, ενίοτε μάλιστα την επικυρώνουν, αλλά προστατεύουν τους αδύναμους, συντηρούν την εμπιστοσύνη τους στο κράτος, συντείνουν στην προσφορότερη λειτουργία τους. 
Παραδόσεις και ειδικά συμφέροντα σε κάθε εθνικό κράτος είχαν σαν αποτέλεσμα οι σχέσεις του κράτους με τα κόμματα να ποικίλλουν: αλλού, όπως στις αγγλοσαξονικές χώρες, το κράτος ήταν συγκριτικά μικρό, άτεγκτο και πιο αποστασιοποιημένο από τα κόμματα. 
Αλλού, όπως στην ηπειρωτική Ευρώπη, πιο εκτεταμένο και συχνά περισσότερο διαπερατό στα κόμματα. Παντού, όμως, το κράτος ενσάρκωνε, τουλάχιστον δυνητικά, το δημόσιο συμφέρον. 
Μία έκφραση, δηλωτική της σχέσης κράτους-κόμματος, διατρέχει την ελληνική ιστορία: «κομματικό κράτος». Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα το κράτος ερχόταν αρωγός σε κόμματα-«παρέες» για να αγκιστρωθούν στην εξουσία. Από το 1930 έως το 1974 χρησιμοποιήθηκε ως όργανο πάταξης του «εσωτερικού εχθρού». 
Κι από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα αναγορεύτηκε σε προνομιακό τόπο βολέματος ημετέρων, κατά τεκμήριο κομματικών. 
Οι λόγοι, βέβαια, δεν είναι ίδιοι. Λόγοι ιδεολογικοί, ιστορικοί, αλλά και συγκυριακοί οδήγησαν ώστε το κράτος (το «κράτος της δεξιάς») να θεωρηθεί στην πρώτη οκταετία του ΠΑΣΟΚ καταληφθέν οχυρό και έπαθλο του νικητή-λαού. 
Επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη ο αποικισμός του κράτους ήταν απότοκο των πολλών ανεξέλεγκτων παρα-κέντρων στο κυβερνητικό κόμμα και την κυβέρνηση παρά ιδεολογίας και κεντρικού σχεδιασμού. Στις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, αντίθετα, έμοιαζε να εκπορεύεται ανεμπόδιστα από ψηλά, γεγονός που συνέτεινε και στην εκλογική της συντριβή. 
Η απουσία ισχυρής «κοινωνίας πολιτών» και αποτελεσματικών αντίβαρων στην κομματική εξουσία δεν είναι οι μόνοι λόγοι διαιώνισης του φαινομένου. Η προϊούσα διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων οδηγεί μεγάλα τμήματα των λαϊκών στρωμάτων στα γραφεία των μεγάλων κομμάτων. Παράλληλα, τα στελέχη των εν λόγω κομμάτων, ιδιαίτερα τα λιγότερο επώνυμα, πασχίζουν να αντισταθμίσουν τη μείωση της επιρροής τους (λόγω σώρευσης της γνώσης, αύξησης της κοινωνικής πολυπλοκότητας, εξάρτησής τους από τα ΜΜΕ και παγκοσμιοποίησης) με τη συγκρότηση πελατειακών δικτύων. 
Στη διαιώνιση συμβάλλουν, τέλος, και δύο ιδεοληψίες περί πολιτικής: σύμφωνα με την πρώτη, δουλειά του πολιτικού είναι να λύνει τα προβλήματα. Η δεύτερη είναι αυτή περί «εκλογικού κόστους» όταν ο πολιτικός δεν «εξυπηρετεί» τους ψηφοφόρους του. 
Και οι δύο ιδεοληψίες παραβλέπουν τη διογκούμενη δυσπιστία προς τα κόμματα, ιδιαίτερα των μεσαίων εγγράμματων στρωμάτων των πόλεων που αλλάζουν όλο και πιο εύκολα κομματική προτίμηση. Ενας από τους βασικότερους λόγους της μεταστροφής αυτής είναι η διαιώνιση του κομματικού κράτους, που ακυρώνει αρχές και αξίες, συνθλίβει όνειρα, γεννά δυσπιστία και τελματώνει και το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. 

*Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πατρών.
Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 18/10/2009 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου