...

...

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Κόμμα και κράτος - Εγγυητής δημοκρατίας το κόμμα

Του ΜΙΧΑΛΗ ΣΠΟΥΡΔΑΛΑΚΗ*

Οι παρενέργειες της επιλογής των πολιτικών ελίτ, μετά την πτώση της χούντας, να αναθέσουν τη θεμελίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος στα κόμματα και το κομματικό σύστημα είναι γνωστές: Έλεγχος και υποκατάσταση των κοινωνικών πρωτοβουλιών από τα κόμματα, εμπέδωση και «γραφειοκρατικοποίηση» του πελατειακού κράτους, πλήρης κομματικοποίηση της δημόσιας σφαίρας και κρίση αντιπροσώπευσης.
 Τα κόμματα έστρεψαν την πλάτη τους στην κοινωνία, στράφηκαν στο κράτος και διαγκωνίζονται σκληρά για το ποιο μπορεί να υπηρετεί καλύτερα τα εκάστοτε κρατικά προτάγματα.
Δεν αποτελεί, λοιπόν, έκπληξη ότι η κοινωνία πληρώνει τα κόμματα με το ίδιο νόμισμα: Τους γυρίζει την πλάτη, τα εμπιστεύεται λιγότερο από κάθε άλλο θεσμό και τα εγκαταλείπει, υιοθετώντας μάλιστα μια συχνά απαξιωτική στάση απέναντί τους. 
Τα παθογενή φαινόμενα και πρακτικές, που αποδίδονται στο βίο και την πολιτεία και κυρίως τον ρόλο των πολιτικών κομμάτων στη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία, έχει οδηγήσει σε πολιτικές και πολιτειακές δυσλειτουργίες. Κόμματα και κομματικό σύστημα αδυνατούν να λειτουργήσουν ως πολιτικοί εκφραστές της κοινωνίας και δεν φαίνονται πλέον ικανά όχι μόνο να εμπνεύσουν, αλλά ακόμη και να λειτουργήσουν ως φορείς δημοκρατικής ένταξης της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα. 
Η κοινωνία φαίνεται να μην υπακούει πλέον στις δεδομένες πολιτικές και κομματικές πρακτικές και να αναζητά δικές της πολιτικές εκφράσεις και διεξόδους (Άρθρο 16, Δεκέμβρης, κινητοποιήσεις αγροτών κ.λπ). 
Οι εξελίξεις αυτές, εκτός των άλλων, αποκαλύπτουν -συχνά με τον πλέον δραματικό τρόπο- την αναποτελεσματικότητα του κράτους να ανταποκριθεί ακόμη και στις πλέον απλές διοικητικές του υποχρεώσεις. 
Έτσι, λοιπόν, τα κόμματα, με τις συγκεκριμένες σχέσεις που καλλιέργησαν με την κοινωνία, δόμησαν ένα κομματικό/πολιτικό σύστημα που με τη μορφή «δικομματισμού» αποτελεί ένα σύστημα εξουσίας, το οποίο με δυσκολία εξασφαλίζει την απρόσκοπτη αναπαραγωγή του συστήματος. 
Στο κενό που δημιουργείται παρεμβαίνουν τα ΜΜΕ (κυρίως ηλεκτρονικά) και διεκδικούν μέρος της πάλαι ποτέ παντοδυναμίας του κομματικού συστήματος. Μάλιστα, σε συστράτευση με εκείνες τις πνευματικές και πολιτικές ελίτ που, φοβούμενες την κοινωνική δυναμική του μεταπολιτευτικού σκηνικού είχαν προκρίνει και επέβαλλαν μια κομματικά ελεγχόμενη δημοκρατία, καταφέρονται κατά των πολιτικών κομμάτων και κατ' επέκταση όλων των συλλογικών πολιτικών και κοινωνικών εκφράσεων, θεσμών, πρωτοβουλιών και πρακτικών. 
Η συμβολή των κομμάτων στη δημοκρατία αποσιωπάται, οι παρενέργειές τους στην κομματική μας δημοκρατία μεγεθύνονται και έτσι νομιμοποιείται η προαναγγελία του «τέλους» τους. 
Ανταποκρινόμενος σε αυτό το κλίμα, «αντικομματικής τάσης», ο νέος πρωθυπουργός είχε προαναγγείλει, και φαίνεται να κράτα την υπόσχεσή του, τον πρακτικό διαχωρισμό της φυσικής σχέσης κομματικής οργάνωσης και κράτους. Με άλλα λόγια, φαίνεται πως τα κομματικά στελέχη δεν μπορούν πλέον να λάβουν κάποια κυβερνητική θέση. Σύμφωνα με τη σχετική επιχειρηματολογία, η ρύθμιση αυτή θα μειώσει τις παθογένειες του «πελατειακού κράτους» στη χώρα.

*Χωρίς, φυσικά, να αμφισβητεί κανείς τις προθέσεις του πρωθυπουργού και όσων ασπάζονται τις απόψεις αυτές, πρέπει να πούμε ότι, τόσο συμβολικά όσο και ουσιαστικά, η εφαρμογή μιας τέτοιας άποψης δεν υπονομεύει μόνο τον ρόλο του κόμματος στη σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αλλά συμβάλλει και στη διαιώνιση της στρεβλής και εντέλει μη δημοκρατικής ένταξης της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα. Και τούτο διότι: 
1 Η άποψη αυτή, μη έχοντας αναλύσει τις αιτίες κρίσης στις σχέσεις κόμματος -κράτους- κοινωνίας, ουσιαστικά φαίνεται να χτυπά, όπως λέμε, το σαμάρι αντί για τον γάιδαρο. 
Το πρόβλημα δεν είναι ότι τα κόμματα, ως πολιτικοί και εθελοντικοί θεσμοί της κοινωνίας, συνέβαλαν στην πολιτική και εντέλει διοικητική συγκρότηση της πολιτικής εξουσίας. Αλλά ότι επιτελούσαν αυτή τους τη λειτουργία ελέγχοντας, περιορίζοντας και εν τέλει, υποκαθιστώντας την κοινωνία! 
2 Σε συνέχεια του πρώτου, η «από τα πάνω» διακοπή, τυπικά και μόνο της στρεβλής αυτής σχέσης των κομμάτων με το κράτος και την κοινωνία, δεν θα διορθώσει καν τα παθογενή φαινόμενα αλλά θα απομακρύνει ακόμη περισσότερο το κράτος από την κοινωνία. Μάλιστα, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη παρουσία μη κοινοβουλευτικών προσώπων στην κυβέρνηση θα συμβάλει σε περαιτέρω αποπολιτικοποίηση της πολιτικής (Σε πολλές χώρες με μακρά κοινοβουλευτική παράδοση, η συμμετοχή μη κοινοβουλευτικών μελών στην κυβέρνηση είναι αντισυνταγματική).

3 Η με αυτόν τον τρόπο υπονόμευση του ρόλου των κομμάτων φαίνεται να αγνοεί τη σημασία τους για τη δημοκρατία. Φαίνεται, δηλαδή, να αγνοεί το γεγονός ότι τα πολιτικά κόμματα είναι οι μοναδικοί θεσμοί που συγκεντρώνουν και ενοποιούν κοινωνικές αντιθέσεις και αιτήματα. Τα διατυπώνουν σε πολιτικό πρόγραμμα με βάση το οποίο ζητούν τη λαϊκή ψήφο για το σχηματισμό κυβέρνησης, που θα διαχειριστεί τελικά την εξουσία. 
Τα κόμματα και μόνο αυτά -όχι οι ομάδες πίεσης, οι ΜΚΟ ή ακόμη τα κινήματα- διαθέτουν αυτή τη δυνατότητα. Οχι μόνο το παρελθόν αλλά και το μέλλον της δημοκρατίας είναι συνυφασμένο με το θεσμό των κομμάτων. 
4 Η οργανωτική αυτή ρύθμιση φαίνεται επίσης να συγχέει δύο έννοιες, εκείνη της διοίκησης με εκείνη της κυβέρνησης. Με την εδώ και μερικά χρόνια λεκτική έκπτωση της «κυβέρνησης» σε «διακυβέρνηση», έχει απομακρυνθεί η κυβέρνηση από τις πολιτικές της ορίζουσες. Και έχει αποπολιτικοποιήσει τη διαχείριση των κοινών! 
5 Τέλος, φαίνεται ότι η νέα αυτή σχέση που εγκαινιάζει ο πρωθυπουργός με το κόμμα του, σε συνδυασμό με άλλες σχετικές ρυθμίσεις, αποκαλύπτει και το νέο ρόλο της κομματικής οργάνωσης του κυβερνώντος κόμματος. Ετσι, το πάλαι ποτέ Κίνημα, από αποτελεσματικός μηχανισμός κινητοποίησης των μαζών στις δεκαετίες 1970-80 και μηχανισμός νομιμοποίησης κυβερνητικών επιλογών μέχρι και πριν από πέντε χρόνια, μετασχηματίζεται σε μηχανή υπέρβασης και ακύρωσης των μέχρι τώρα πολιτικών σχέσεων του κόμματος με την κοινωνία και με το κράτος. 
Με δεδομένες τις γνωστές παθογένειες, ο επανακαθορισμός αυτών των σχέσεων είναι απαραίτητος, δεν μπορεί όμως να είναι και απολίτικος. 
 Αν το κόμμα σταλεί στην εξέδρα, μαζί του θα πάνε και οι πολίτες, οι οποίοι, όταν σε τέσσερα (;) χρόνια κληθούν και πάλι, ίσως να μη βρίσκουν πλέον νόημα στην όποια πολιτική τους συμμετοχή. Έτσι, το «Πρώτα ο πολίτης» θα έχει γίνει «Ο πολίτης μόνος». 

*Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΠΟΥΡΔΑΛΑΚΗΣ είναι καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 18/10/2009  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου